Το σπήλαιο βρίσκεται στο λόφο του Αγίου Γεωργίου στα βόρεια της πόλης.
Στην ίδια θέση παλιότερα υπήρχε λατομείο ασβεστόλιθου, που ήταν και η αιτία της τυχαίας ανακάλυψης του. Το σπήλαιο ανακάλυψε το 1925 ο Γιώργος Παυλίδης, πόντιος πρόσφυγας που ήταν εργάτης του λατομείου. Σκάβοντας στο λατομείο βρήκε τυχαία τη μία από τις δύο φυσικές εισόδους του σπηλαίου (καμμία από αυτές δεν χρησιμοποιείται σήμερα). Το σπήλαιο παρέμενε για χρόνια ανεκμετάλλευτο και καταστράφηκε μεγάλο μέρος σταλακτιτικού και σταλαγμιτικού υλικού από παιδιά που έμπαιναν και έπαιζαν σπάζοντας κομμάτια, αλλά και από μαρμαράδες της εποχής που έσπαγαν και χρησιμοποιούσαν τους σταλακτίτες και σταλαγμίτες για επενδύσεις (συντριβανιών, τζακιών κ.α).

Η διαμόρφωση του ίδιου του σπηλαίου, ευτυχώς το έσωσε σε μεγάλο βαθμό, αφού λόγω της στενότητας των διαδρόμων του, εμπόδιζε τη μεταφορά μεγάλων κομματιών, έξω από αυτό.



Το σπήλαιο έχει εμβαδόν 1000 τετραγωνικά μέτρα, επισκέψιμη διαδρομή 500 μέτρα και σταθερή θερμοκρασία 15-17 βαθμούς Κελσίου.

Το ξεχωριστό του σπηλαίου είναι ότι έχει δύο ορόφους και στους έξι θαλάμους του υπάρχουν σχηματισμοί κοραλιών (σπάνιο για σπήλαια) που δημιουργήθηκαν την εποχή που το σπήλαιο ήταν πλημμυρισμένο με θαλασσινό νερό. Τα χρώματα στους θαλάμους του οφείλονται στα οξείδια σιδήρου και αργιλίου καθώς και σε μαγγάνιο και μαγνήσιο.


Πολύ αργότερα, το 1960, η σπηλαιολόγος Άννα Πετροχείλου, εξερεύνησε και χαρτογράφησε το σπήλαιο, στο οποίο έγιναν εργασίες για την αξιοποίησή του από το 1977 έως το 1982 και από το 1985 είναι επισκέψιμο.

Παρουσιάζει επίσης μεγάλο παλαιοντολογικό ενδιαφέρον. Βρέθηκαν περισσότερα από 300 δείγματα απολιθωμένων οστών ζώων σε πολύ καλή κατάσταση διατηρήσεως (από τον Βασίλειο Μακρίδη) ηλικίας από 10.000 έως 100.000 χρόνων.
Η μελέτη τους από την Δρ. Παλαιοντολογίας Ε. Τσουκαλά (Α.Π.Θ.) έδειξε την παρουσία της στικτής ύαινας (crocutacrocutaspelaea GOLDFUSS). Της αλεπούς, της μεγαλόσωμης νυφίτσας (muslelaputoriusrobusta NEWTON), το υποείδος της νυφίτσας αναφέρεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, του άγριου βοδιού, του μικρόσωμου αλόγου και του μεγαλόσωμου αλόγου, του γιγαντόσωμου ελαφιού (Μεγάκερος) και του κόκκινου ελαφιού.

Το σπήλαιο λειτουργεί:
Από Τρίτη έως Παρασκευή από 09:00 - 14:00
Σάββατο & Κυριακή από 09:00 - 14:00 και από 16:00 - 18:00
Τις Δευτέρες παραμένει κλειστό
Η τιμή του εισιτήριου είναι 5 €
Τηλ: 2341020054 και 6977561800
 

Ο Λέων της Αμφίπολης είναι έργο επιτάφιας πλαστικής του 4ου αιώνα προ κοινής χρονολόγησης, μνημείο πολεμικής δόξας και πράξης. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτρη Λαζαρίδη, στήθηκε προς τιμή του Λαομέδοντα από τη Λέσβο, ενός από τους αξιολογότερους τριηράρχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου που εγκαταστάθηκαν στην Αμφίπολη, ενώ σύμφωνα με μια εκδοχή βρισκόταν στην κορυφή του τάφου της Αμφίπολης, άποψη που αμφισβητήθηκε.





Ιστορικό ανεύρεσης
Η ανεύρεση του μνημείου είναι συνδεδεμένη με τη νεότερη πολεμική ιστορία της Μακεδονίας, καθώς ο εντοπισμός των πρώτων τμημάτων του οφείλεται σε Έλληνες στρατιώτες, που είχαν στρατοπεδεύσει εκεί κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, και μερικά χρόνια αργότερα το 1916 η ανακάλυψη περαιτέρω τμημάτων από Άγγλους στρατιώτες κατά την κατασκευή οχυρωματικών έργων κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Μετέπειτα, κατά την εκτέλεση των έργων αποξήρανσης του Στρυμόνα από την εταιρεία Μονξ-Γιούλεν την δεκαετία του '30, αποκαλύφθηκαν στις εκβολές του ερείπια αρχαίας γέφυρας και βρέθηκαν μέσα σε λάσπη του ποταμού τεράστια τεμάχια του μαρμάρινου λέοντος. Παρά ταύτα, το 1937, χάρη σε πρωτοβουλία του πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα Λίνκολν ΜακΒη, την ιδιωτική πρωτοβουλία και τη συμπληρωματική ενίσχυση του ελληνικού κράτους, ο Λέων της Αμφίπολης αναστηλώθηκε.






Ενδεικτικό της συμβολικής σημασίας των λεόντων ως σήματα σε τάφους είναι και το παρακάτω επίγραμμα που έγραψε τον 2ο αι. μ.Χ. ο επιγραμματοποιός Αντίπατρος ο Σιδώνιος για κάποιον Τελευτία του Θευδώρου, ο οποίος, βέβαια, δεν προκύπτει ότι σχετίζεται με την Αμφίπολη ή τον εκεί λέοντα:

«Εἰπέ, λέων, φθιμένοιο τίνος τάφον ἀμφιβέβηκας, βουφάγε; τίς τᾶς σᾶς ἄξιος ἦν ἀρετᾶς; — υἱὸς Θευδώροιο Τελευτίας, ὃς μέγα πάντων φέρτερος ἦν, θηρῶν ὅσσον ἐγὼ κέκριμαι. οὐχὶ μάταν ἕστακα, φέρω δέ τι σύμβολον ἀλκᾶς ἀνέρος· ἦν γὰρ δὴ δυσμενέεσσι λέων.»

Η όλη διαδικασία της ανασκαφής και τα ευρήματα έχουν καταγραφεί λεπτομερώς από τον Όσκαρ Μπρονέρ στο βιβλίο 'The Lion of Amphipolis' το οποίο εκδόθηκε το 1941 στα αγγλικά.

Περιγραφή
Ο Λέων της Αμφίπολης, αν και καθισμένος, είναι μεγαλύτερος από τον λέοντα της Χαιρωνείας· έχει ύψος περισσότερο από τέσσερα μέτρα και μαζί με τα βάθρα υπερβαίνει τα οκτώ μέτρα. Μόνο η κεφαλή του έχει μήκος δύο μέτρα. Η τεχνοτροπία του πιστοποιεί κατά τους ειδικούς ότι είναι έργο του πέμπτου ή του πρώτου μισού του τετάρτου π.Χ. αιώνα. Ως προς τον χρόνο της ανέγερσής του, δεν υπάρχει ομοφωνία μεταξύ των ειδικών αφού κανείς από τους αρχαίους συγγραφείς δεν μνημονεύει κάτι γι' αυτό το μνημείο.

Σύμφωνα με νεότερα αρχαιολογικά ευρήματα, εικάζεται από ορισμένους αρχαιολόγους ότι ο λέοντας βρισκόταν στην κορυφή του τάφου της Αμφίπολης άποψη που αμφισβητήθηκε.

Σύγχρονες διαδικτυακές λαϊκές δοξασίες θέλουν τον λέοντα να μην έχει γλώσσα, για να μην αποκαλύψει σε ποιον ανήκει ο τάφος, κρατώντας το μυστικό[5], ή τον δημιουργό του λέοντα να τον ρίχνει στη θάλασσα απογοητευμένος, μετά την διαπίστωση ότι ξέχασε να κατασκευάσει τη γλώσσα.

Το ενυδρείο  της Ιερισσού βρίσκεται στην παραλία, σε ημιυπόγειο χώρο και λειτουργεί από το Μάιο του 2005.

Φιλοξενεί ψάρια, θαλασσινά και οστρακοειδή απο τον κόλπο της Ιερισσού όπως μουρμούρες, σαλάχια, σκορπιούς, μπαρμπούνια, πέρκες, ροφούς, σαργούς, αστακούς, χελιδονόψαρα κ.α. Εχει χωρητικότητα 40 κυβικών μέτρων και περιέχει θαλασσινό νερό, το οποίο ανανεώνεται συνεχώς με ειδική αντλία που συνδέεται με τη θάλασσα.

Είναι ανοιχτό όλη την ημέρα και η είσοδος είναι ελεύθερη.



Οι καταρράκτες του Σκρα και η μικρή «Σμαραγδένια λίμνη» που δημιουργούν βρίσκονται στα βορειοδυτικά του νομού Κιλκίς, λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Π.Γ.Δ.Μ., στους βορειοανατολικούς πρόποδες του Πάικου.

Πολύ κοντά βρίσκεται το ομώνυμο διάσελο, ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Πάικου και της Τζένας, όπου έγινε η διάσημη μάχη του Σκρα, μία από τις σημαντικότερες μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στα βόρεια συναντά κανείς και το ομώνυμο χωριό Σκρα που πήρε το όνομα του από την κοντινή κορυφή Σκρα ντι Λέγκεν (Λίκνο εκ Βράχων στα βλάχικα).




Για να πάτε στην περιοχή παίρνετε το δρόμο από Θεσσαλονίκη για το Πολύκαστρο. Πρώτα, βγαίνετε λοιπόν στην Εθνική οδό για Αθήνα, στρίβετε δεξιά στον κόμβο για τους Ευζώνους και ακολουθείτε τον τεράστιο και ήσυχο δρόμο όλο ευθεία μέχρι την έξοδο για Πολύκαστρο. Ακολουθώντας τον δρόμο για το Πολύκαστρο φτάνετε σε μια διχάλα που χαρακτηριστικά έχει ένα χάρτη στην μέση και ένα σχολείο στα αριστερά.Ακολουθείστε τον αριστερό δρόμο προς την Αξιούπολη. Όταν φτάσετε στην πόλη της Αξιούπολης ακολουθείστε τον κεντρικό δρόμο μέχρι την πλατεία με τη μεγάλη ταμπέλα με τα πολλά χωριά. Πάρτε το δρόμο προς Κούπα, Φανό. Όταν θα συναντήσετε αριστερά ένα δρόμο για Πήγη – Μεταλλεία εσείς συνεχίζετε ευθεία για Φανό. Στον Φανό θα συναντήσετε μια ταμπέλα που θα λέει αριστερά για Σκρα.


Αφού βγείτε από το Σκρα προχωρείστε προς Αρχάγγελο (θα δείτε τη σχετική ταμπέλα). Στην επόμενη διχάλα κάντε αριστερά για το χωριό Κούπα. Από εκεί και πέρα θα βρείτε τις απαραίτητες πινακίδες που θα σας κατευθύνουν στον κατηφορικό δρόμο στα αριστερά που πάει στη Σμαραγδένια λίμνη.

Αφήνετε το αυτοκίνητο στο χώρο στάθμευσης που υπάρχει πριν το μονοπάτι το οποίο κατεβαίνει κανείς με τα πόδια για να φτάσει στους περίφημους καταρράκτες.





Αυτό που αντικρίζει ο επισκέπτης είναι ένα υπέροχο τοπίο με τρεχούμενα νερά και πλούσια βλάστηση, ενώ σε διάφορα σημεία υπάρχουν ξύλινα τραπέζια για πικ-νικ. Εξερευνήστε την περιοχή, είναι πραγματικά ένας επίγειος παράδεισος. Εάν επισκεφτείτε την περιοχή καλοκαίρι, μπορείτε να τολμήσετε – αν αντέχετε το παγωμένο νερό!- μια σύντομη αλλά αναζωογονητική βουτιά.


Γνωστοί και σαν καταρράκτες Κούπας, από το κοντινό χωριό, το μικρό οικοσύστημα έχει δημιουργηθεί, μέσα σε ένα μεικτό δάσος φυλλοβόλων, από το ρέμα Κοτζά-Ντερέ, το οποίο καταλήγει τον Αξιό. Στο σημείο που βρίσκονται οι καταρράκτες κυριαρχεί ο ασβεστόλιθος και το ρέμα με τα χρόνια έχει σμιλέψει την πέτρα διαμορφώνοντας το όμορφο  τοπίο. Στο σημείο που το ρέμα συναντά τη Σμαραγένια λίμνη, τα νερά πέφτουν από τα έξι μέτρα, σχηματίζοντας από πίσω τους μια μικρή σπηλιά, με λεπτούς σταλακτίτες να κρέμονται από την οροφή του βράχου. Η μικρή λίμνη, με βάθος περίπου τέσσερα μέτρα, οφείλει τα γαλαζοπράσινα νερά της σε απολιθωμένους οργανισμούς που βρίσκονται στο πυθμένα της.





Η βλάστηση στη περιοχή είναι ιδιαίτερα πυκνή και αποτελείται από ένα μεικτό δάσος που είναι πλούσιο σε διαφορετικά είδη. Τα δέντρα που συναντά κανείς δίπλα και κοντά στο ποτάμι είναι πλατάνια, σκλήθρα, γαύροι, οξιές, βελανιδιές, κρανιές, καρυδιές, καστανιές, φουντουκιές, κ.ά. Κισσοί, δάφνες, κουφοξυλιές, κλιματσίδες, αρκουδόβατοι φυτρώνουν ανάμεσα σε πολλά λουλούδια.

Η ορνιθοπανίδα περιλαμβάνει πολλά είδη των δασών και των ορεινών ποταμών. Από τα αρπακτικά ξεχωρίζουν οι σφηκιάρηδες, οι γερακίνες, τα ξεφτέρια, τα διπλοσάινα, τα σαΐνια, οι χουχουριστές και οι μπούφοι. Τα πιο χαρακτηριστικά πουλιά που τρέφονται από μικροοργανισμούς κοντά στα νερά είναι οι νεροκότσυφες, οι κιτρινοσουσουράδες και οι σταχτοσουσουράδες, ενώ μέσα στη πυκνή βλάστηση πολλά ακόμα πουλιά βρίσκουν προστασία, όπως δεντροτσοπανάκοι, αηδόνια, κοκκινότσιχλες, τσίχλες, μπεκάτσες, κούκοι, καλόγεροι, γαλαζοπαπαδίτσες, αιγίθαλοι, πράσινοι δρυοκολάπτες, πευκοδρυοκολάπτες, τρυποφράχτες, θαμνοψάλτες, κοκκινολαίμηδες, μαυροσκούφηδες, κ.ά.



Από την ερπετοπανίδα ξεχωρίζουν τα εξής είδη: σαλαμάνδρες, φρύνοι, κιτρινομπομπίνες, γραικοβάτραχοι, δεντροβάτραχοι, βαλκανοβάτραχοι, μεσογειακές χελώνες, κονάκια, πρασινόσαυρες, γιατρόφιδα, νερόφιδα, σαΐτες και οχιές. Στους γύρω λόφους ζούνε λύκοι, τσακάλια και ζαρκάδια. Κοντά στο ρέμα Κοτζά-Ντερέ υπάρχουν βίδρες, ενώ η πανίδα συμπληρώνεται από αλεπούδες, αγριογούρουνα, ασβούς, κουνάβια, νυφίτσες, λαγούς, σκαντζόχοιρους, δασομυωξούς και διάφορες νυχτερίδες.

Στα βόρεια της Ευκαρπίας, σε μία μαγευτική τοποθεσία υπάρχει το αγίασμα του Αι – Γιάννη.

Είναι μια περιοχή με πολλά πλατάνια και ρύακες νερού που στα παλαιότερα χρόνια είχαν τόση ροή που κινούσε τρεις νερόμυλους και δημιουργούσε φυσικές δεξαμενές στις οποίες κατέφευγαν κατά την καλοκαιρινή περίοδο οι νέοι για δροσιστική αναψυχή. Ένας τόπος που συνδυάζει ομορφιά και ησυχία.

Είναι άγνωστο από πότε υπάρχει εκεί η πηγή του αγιάσματος. Η πρώτη γραπτή μαρτυρία της ύπαρξής του ανάγεται στο 1920. Όταν οι πρόσφυγες ήρθαν και κατοίκησαν τη Νέα Ευκαρπία συχνά πήγαιναν στο χώρο του αγιάσματος για να κάνουν τις προσευχές και τα τάματά τους. Θυμούνται οι πρώτοι οικιστές του χωριού πως πάνω από το αγίασμα έπεφταν, σαν καταρράκτης, κλαδιά βάτων. Πάνω σε αυτά οι Ευκαρπιώτες δένανε κομμάτια από τα ρούχα τους, παρακαλώντας τον Άγιο Πρόδρομο να είναι πρεσβευτής των αιτημάτων τους.



Το 1952 στρατοπέδευσε στην περιοχή αυτή ένας λόχος τάγματος του Ελληνικού Στρατού. Τη βραδιά εκείνη, σύμφωνα με την παράδοση, παρουσιάστηκε σε έναν στρατιώτη σε όραμα, ο Τίμιος Πρόδρομος, ο οποίος του είπε να χτίσει ένα προσκυνητάρι πάνω από το αγίασμα. Ο στρατιώτης αναφέρθηκε στο διοικητή του και χτίστηκε ένα ναόσχημο προσκυνητάρι με την εικόνα του Αγίου.

Για πολλά χρόνια, το αγίασμα το φρόντιζε ο . Θ. Α., ο οποίος το 1968, κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, σκεφτόταν ότι κάποτε θα έπρεπε να χτιστεί ένας μικρός ναός για να μην τελείται η Θεία Λειτουργία υπαίθρια. Τότε παρουσιάστηκε μια γερόντισσα που του αποκάλυψε το λογισμό του και του είπε πως ο Αι – Γιάννης θα φροντίσει να βρεθούν τα χρήματα. Πραγματικά, την ίδια ημέρα ένας άγνωστος παρέδωσε στον π. Αντώνιο Ξενοφωντίδη 20.000 δραχμές για το σκοπό αυτό. Ο άνθρωπος αυτός ποτέ δεν ξαναπαρουσιάστηκε. Με τη βοήθεια και ενός ακόμη δωρητή τη χρονιά εκείνη χτίστηκε ο μικρός ναός.

Το 1993 τα νερά στην περιοχή είχαν λιγοστέψει. Σαν να μην έφτανε αυτό, κάτοικος που το κτήμα του γειτνίαζε με το αγίασμα έκανε γεώτρηση, με αποτέλεσμα να διακόψει προσωρινά τη φυσική ροή του αγιάσματος, πράγμα που προξένησε μεγάλη λύπη στους προσκυνητές.



Υπάρχει σαφής μαρτυρία των κατοίκων για τον τόπο αυτό που επέλεξε και αγάπησε ο Τίμιος Πρόδρομος. Διηγούνται ένα περιστατικό χαρακτηριστικό. Ο κ. Τ.Δ. κάποια μέρα παρουσιάστηκε στον υπεύθυνο διακονητή του αγιάσματος Θ.Α. και του είπε: «Είμαι ο Τ.Δ. και σε λίγους μήνες θα κάνω την βάφτιση του παιδιού μου εδώ στο αγίασμα». Η σύζυγός του ήταν δύο μηνών έγκυος. Το ζευγάρι για εννέα χρόνια έφερε την πικρία της ατεκνίας, όταν παρουσιάστηκε σε ενύπνιο ο Τίμιος Πρόδρομος, δίνοντάς τους εντολή το μεν παιδί να το ονομάσουν Ιωάννη, τη δε βάφτιση να την κάνουν στο αγίασμα, του οποίου την ύπαρξη δεν γνώριζαν.

Αλλά και πολλές άλλες σχετικές μαρτυρίες θυμούνται ιερείς και κάτοικοι. Τις εργασίες περίφραξης και συντήρησης συνέχισε ο π. Γεώργιος Πολύζος. Το 2001, επί εφημερίας του π. Ιωάννη Δημητριάδη το αγίασμα αναμορφώθηκε και το παρεκκλήσι επενδύθηκε με πέτρα.

Πληροφορίες από το βιβλίο «Αμπέλων Εύκαρπος» του Πρωτοπρεσβύτερου Νικηφόρου Καλαιτζίδη, έκδοση Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου 2003

Πηγή: http://www.pmnews.gr



Το εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής βρίσκεται χτισμένο μέσα σε μια χαράδρα ρέμα στην βάση του βουνού. Ο εξωτερικός χώρος έχει πλακοστρωθεί με πέτρα, έχει διαμορφωθεί ομοιόμορφα σε συνεργασία με πλατάνια πολλών ετών, δίνει ένα πανέμορφο φυσικό αποτέλεσμα, και προσφέρει δροσιά και ηρεμία στους πιστούς.



Αρχικά η Εικόνα ήταν τοποθετημένη μέσα σε μια μεγάλη κόκκινη πέτρα.
Το ρέμα παλιότερα είχε πολύ νερό σε σημείο να πλημμυρίζει το ξύλινο γεφυράκι που ένωνε το Ωραιόκαστρο με το Παλιόκαστρο.Σε μια μεγάλη πλημμύρα παρασύρθηκε η πέτρα και το εικόνισμα
Έτσι αποφασίστηκε να χτιστεί το εκκλησάκι.



Γάμοι και βαφτίσια τελούνται την θερινή περίοδο διαρκώς στον προαύλιο χώρο και είναι επιλογή πολλών για αυτούς που αναζητούν ένα όμορφο ξωκλήσι.Επώνυμοι και Ανώνυμοι προτιμούν να τελέσουν τα μυστήρια του γάμου και της βάφτισης στην Αγία Παρασκευή Παλιοκάστρου, και σήμερα για να κλείσεις ημερομηνία θα πρέπει να προνοήσεις πολύ νωρίς

.Στις 26 Ιουλίου γίνεται η Πανήγυρης η οποία συγκεντρώνει και αρκετούς επισκέπτες.

Η λιμνη του Ωραιοκάστρου είναι μια τεχνητή λίμνη που φτιάχτηκε απο το 1999 μέχρι το 2000 στη θέση της παλιάς χωματερής της περιοχής και έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελεί  ένα πανέμορφο πάρκο αναψυχής.

 Βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της πόλης του Ωραιοκάστρου πίσω από το συγκρότημα κτιρίων του ΟΑΕΔ , δίπλα στο πάρκο Καλόγερος και λίγο χαμηλότερα υψομετρικά από αυτό.



 Η λίμνη αποτελείται από δύο λεκάνες μία μικρότερη και μία μεγαλύτερη. Ο δρόμος που οδηγεί από το Ωραιόκαστρο στη λίμνη καταλήγει σε ένα όμορφα διαμορφωμένο πλάτωμα με δένδρα και παγκάκια μπροστά στην μεγάλη λεκάνη της λίμνης. Στα δεξιά της λεκάνης αυτής υπάρχει δρόμος μέσα από τις λεύκες που οδηγεί στην μικρή λεκάνη όχι αρκετά βατός όμως μέχρι το τέλος. Ετσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μικρή λεκάνη της λίμνης δεν είναι εύκολα επισκέψιμη.

Γύρω από την λίμνη υπάρχουν μεγάλα δένδρα , λεύκες  κατά μήκος της δεξιάς όχθης , πλατάνια και πευκοειδή  κατά μήκος της αριστερής  οχθης , λιγούστρες  που σχηματίζουν φυσικό φράχτη μπροστά στο πλάτωμα που έχει ειδικά διαμορφωθεί για τους επισκέπτες και όμορφες ακακίες στο χώρο που διαμορφώθηκε ώστε να είναι η λίμνη επισκέψιμη. Ακόμη καλάμια και υδρόβια φυτά σιγά σιγά εμφανίστηκαν μέσα στη λίμνη.